Χίλια κοχύλια

Του Δημήτρη Λαλούμη

Δύο κουβέντες για το έργο και τη σημασία του.

Είναι ένα έργο που ερμηνεύει το φαινόμενο της σύγχρονης οικονομικής (και όχι μόνο) κρίσης, έτσι που μπορούν να το αντιληφθούν τα παιδιά, αλλά και οι ενήλικες. Η υπόθεση μας φέρνει στο σε ένα δάσος της μεγάλης ζούγκλας, όπου ζουν αμέριμνοι κι ευτυχισμένοι οι πίθηκοι, μέχρι που εμφανίζεται ο κροκόδειλος με τις εφτά μασέλες.

Ο κροκόδειλος που λέτε,  έδινε μπανάνες σε όποιον του έφερνε κοχύλια, από αυτά που ήταν αραδιασμένα σε μία παραλία της λίμνης χωρίς τέλος. Σύντομα όλοι οι πίθηκοι, εκτός από τον ήρωά μας, τον Πόγκο, παράτησαν τα χωράφια τους που σιγά – σιγά καταστρέφονταν κι έπαιρναν μπανάνες από τον κροκόδειλο, δίνοντάς του κοχύλια. Όμως όπως περνούσε ο καιρός, τα κοχύλια τελείωναν και η πείνα άρχισε να βασανίζει το πιθηκόδασος. Η μόνη λύση για τους πιθήκους ήταν να δανειστούν κοχύλια από τον κροκόδειλο, αν και υπήρχε ο κίνδυνος να χάσουν τα χωράφια τους, αν δεν επέστρεφαν τα δανεικά.

Τότε ο Πόγκο αποφάσισε να μιλήσει στον Χαμαιλέοντα, που ήταν τότε βασιλιάς στο πιθηκόδασος, για να δώσει κάποια λύση. Αλλά του κάκου. Ο βασιλιάς δεν ήθελε ν΄ ακούσει κανένα και τίποτα και η οικονομική μπανανοκρίση άρχισε να βασανίζει τους κατοίκους του πιθηκόδασους. Και δεν έφτανε αυτό. Ο Πόγκο διαπίστωσε, ότι πίσω από τον Χαμαιλέοντα και τον Κροκόδειλο, κρυβόταν το παντοδύναμο Ανακόντα. Άραγε θα βρεθεί λύση, ή οι πίθηκοι θα βρεθούν όλοι πεινασμένοι στο δρόμο;

Σκοπός του έργου, είναι να αντιληφθούν τα παιδιά τις έννοιες και τους κινδύνους του χρηματοπιστωτικού συστήματος και να αντιπαραβάλλουν τη σημασία της ανάγκης για χρήμα, με τη σημασία της ανάγκης για τροφή.

Απόσπασμα από το έργο

Ο Χαμαιλέων  βαδίζει πολύ αργά. Σηκώνει το ένα πόδι και μένει ακίνητος. Μετά ακουμπά το πόδι και ξαναμένει ακίνητος. Στη συνέχεια σηκώνει το άλλο πόδι κ.ο.κ. Κάθε φορά, πριν σηκώσει το πόδι, ένας μεταξοσκώληκας του λέει ψιθυριστά «Το άλλο πόδι τώρα».

Μπροστά βαδίζουν οι μαύροι σκορπιοί και συνέχεια κουνάνε τις κόκκινες δαγκάνες τους προς τους πιθήκους που παρακολουθούν την πομπή. Δεξιά κι αριστερά βρίσκονται οι κόμπρες που κάνουν συνέχεια ένα απειλητικό σφύριγμα (χχσσσς) κοιτώντας τους πιθήκους. Ακολουθούν οι μεταξοσκώληκες που κρατούν ομπρέλες για τον ήλιο έτσι ώστε να μην ενοχλεί τον βασιλιά και από πίσω, άτσαλα περπατούν οι μαύρες ταραντούλες.

Ξαφνικά μία κληματσίδα μπλέκεται στο πόδι του βασιλιά που μένει ακίνητος με το πόδι τριγυρισμένο από τη κληματσίδα στον αέρα. Ακολουθεί πανικός στους μεταξοσκώληκες.

ΜΕΤΑΞΟΣΚΩΛΗΚΑΣ 1 (έντρομος)

Κληματσίδα στο πόδι του βασιλιά. Κληματσίδα στο πόδι του βασιλιά. Να έρθει αμέσως ο ξεμπερδευτής κληματσίδων του βασιλιά.

Ο ξεμπερδευτής μεταξοσκώληκας φτάνει τρέχοντας και βγάζει τη κληματσίδα, οπότε ο βασιλιάς συνεχίζει τον βηματισμό του.

Ο Πόγκο προσπαθεί να μιλήσει στον βασιλιά. Οι πίθηκοι φωνάζουν όλοι μαζί.

ΠΙΘΗΚΟΙ

Πεινάμε, πεινάμε, δεν έχουμε μπανάνες για να φάμε.

ΠΟΓΚΟ (χοροπηδώντας για να τον προσέξει ο βασιλιάς)

Βασιλιά, ένα λεπτό. Να σου πω. Ένα λεπτό. Πεινάνε. Όλοι πεινάνε. Ο κροκόδειλος. Ο κροκόδειλος….

Από την άλλη πλευρά της πομπής, την ίδια στιγμή μία χαριτωμένη νεαρή πιθηκίνα, ντυμένη με μίνι φούστα και την ουρά της τυλιγμένη όπως ακριβώς την έχει και ο Πόγκο προσπαθεί επίσης να μιλήσει τον βασιλιά. Είναι η Λώρις.

ΛΩΡΙΣ

Μα ακούστε σας παρακαλώ. Δεν βλέπετε τι συμβαίνει? Μα…

Ξαφνικά από ψηλά πέφτει μία καρύδα στο κεφάλι του βασιλιά. Πανικός στους μεταξοσκώληκες.

ΜΕΤΑΞΟΣΚΩΛΗΚΑΣ 1 (έντρομος)

Έπεσε καρύδα στην κεφάλα του βασιλιά. Καρύδα στην κεφάλα του βασιλιά. Να έρθει αμέσως ο νοσοκόμος καρούμπαλων του βασιλιά.

Ο νοσοκόμος φτάνει τρέχοντας και βάζει ένα τσιρότο στο κεφάλι του βασιλιά ο οποίος συνεχίζει ατάραχος το βηματισμό του.

Ο Πόγκο και Λώρις προσπαθούν να μιλήσουν πάλι στον βασιλιά, ενώ οι πίθηκοι φωνάζουν «πεινάμε». Αλλά τον βασιλιά τον πιάνει βήχας και όλοι σταματούν, εκτός από τον αρχι-μεταξοσκώληκα.

ΜΕΤΑΞΟΣΚΩΛΗΚΑΣ 1 (έντρομος)

Έπιασε βήχας τον βασιλιά. Βήχας, για όνομα του θεού, βήχας. Να έρθει αμέσως ο βηχοπάρτης του βασιλιά.

Φτάνει ένας σοβαρός μεταξοσκώληκας και λέει στον βασιλιά.

ΒΗΧΟΠΑΡΤΗΣ

Εντάξει βασιλιά μου. Σταμάτησε εσύ. Θα βήχω εγώ τώρα για σένα.

Και ο βηχοπάρτης αρχίζει τον βήχα ενώ ο βασιλιάς σταματά. Η πομπή διασχίζει τη σκηνή χωρίς ο βασιλιάς να έχει ρίξει ούτε μία ματιά στον Πόγκο, στη Λώρις και στους άλλους πιθήκους, που μένουν ακίνητοι και απογοητευμένοι παρακολουθώντας την πομπή να βγαίνει από τη σκηνή. Ο Πόγκο κοιτάζει με περιέργεια την Λώρις και αυτή ανταποδίδει το βλέμμα του. Οι πίθηκοι φεύγουν από τη σκηνή και μένει μόνο ο βασιλιάς με τη συνοδεία του. Ξαφνικά ο βασιλιάς αφήνει το γαλήνιο ύφος του και στρέφεται στο κοινό. Τραγουδά χορεύοντας, σηκώνοντας πότε το ένα πόδι και πότε το άλλο, όπως περπατάει.

ΒΑΣΙΛΙΑΣ

Όταν είσαι βασιλιάς

Σε κανένα δε μιλάς

Προχωράς

Σαν αραμπάς

Και τριγύρω δεν κοιτάς

Οι κανόνες που σας λέω εγώ παιδιά

Μου προσδίνουνε μεγάλη αρχοντιά

Ας τους άλλους να φωνάζουν

Να γκρινιάζουν

Να ουρλιάζουν

Και προσέξτε πόση έχω λεβεντιά

Άλλο εγώ και άλλο οι άλλοι

Έχω χάρη, έχουν χάλι

Είναι πλέμπα κι είμαι αρχοντικής γενιάς

Ας πεινάνε αρκεί να είμαι εγώ ο βασιλιάς

Τα φώτα χαμηλώνουν και βγαίνουν όλοι από τη σκηνή.

Λίγα τραγούδια από το έργο

Μπανάνες

Το τραγούδι του Κροκοδείλου

  • Date
  • Categories
    No Category