Όταν σβήσουν τα φώτα
Του Δημήτρη Λαλούμη
Δύο κουβέντες για το έργο και τη σημασία του.
Ο Σίγκμουντ Φρόιντ το 1930 είχε γράψει ένα βιβλίο με τίτλο «Ο Πολιτισμός είναι πηγή δυστυχίας», αναφερόμενος ασφαλώς στον τεχνικό πολιτισμό. Το βιβλίο αυτό μας έβαλε σε σκέψεις, δεδομένου ότι ο τεχνικός πολιτισμός έχει βοηθήσει πολύ την ανθρωπότητα, ενώ ταυτόχρονα απειλεί τη διαιώνισή της.
Αν απαριθμήσουμε τα τεχνικά επιτεύγματα του ανθρώπου, θα εντυπωσιαστούμε. Αυτοκίνητα, πλοία, τρένα, φωτισμός, θέρμανση, διαγνωστικά και θεραπευτικά συστήματα, μηχανήματα για κάθε οικιακή ανάγκη, κινητά τηλέφωνα, υπολογιστές κι ατέλειωτες συσκευές, μηχανήματα και μαραφέτια που κάνουν τη ζωή μας πιο εύκολη. Ο άνθρωπος σήμερα, εξαρτάται απόλυτα από την τεχνολογία. Και η τεχνολογία εξαρτάται απόλυτα από την ηλεκτρική ενέργεια.
Από την άλλη πλευρά, η τεχνολογία έχει οδηγήσει τους ανθρώπους σε μοναξιά και ψυχική αστάθεια, έχει βλάψει ανεπανόρθωτα το περιβάλλον, δημιούργησε όπλα και ατομικές βόμβες που απειλούν την ανθρωπότητα με εξαφάνιση και γενικότερα, κατόρθωσε να αποτελεί μία απειλή για τον άνθρωπο.
Θεωρούμε ότι τα παιδιά πρέπει να μην φοβούνται τη ζωή χωρίς τεχνολογία. Πρέπει να έχουν καθαρά γραμμένο στο μυαλό τους ότι τα απαραίτητα για την επιβίωσή μας προσφέρονται από την φύση και όχι από τα πάσης φύσεως μηχανήματα. Και αυτό είναι το μήνυμα του έργου. Μπορούμε να ζήσουμε μια χαρά, αγκαλιά με την φύση, ακόμα και χωρίς υποστήριξη της τεχνολογίας.
Απόσπασμα από το έργο
ΠΑΡΙΣ
Ήρθαμε με τους γονείς μας. Αυτοί μας άφησαν για λίγο στο αυτοκίνητο για να φωτογραφήσουν ένα ρινόκερο, αλλά δεν γύριζαν και πήγαμε εμείς να τους βρούμε. Μετά Χαθήκαμε. Δεν βρήκαμε τους γονείς μας και δεν βρίσκαμε ούτε το αυτοκίνητο. Πολύ μπέρδεμα αυτή η ζούγκλα. Παντού είναι ίδια.
ΟΥΑΚΑΤΟΥΓΚΟΥ
Όχι ίδια. Εύκολα βρίσκεις δρόμο μέσα σε ζούγκλα. Από εκεί (δείχνει) μεγάλο ποτάμι. Εκεί (δείχνει ξανά) βουνά. Εδώ δάσος πιθήκων. Ήλιος βγαίνει από βουνό. Τα μυρμήγκια βάζουν στις φωλιές το χώμα στο βορρά. Όλα ζώα έχουν είσοδο φωλιάς στο νότο. Ζούγκλα δεν χάνεσαι. Μεγάλη πόλη χώρα σου, χάνεσαι.
ΖΑΝΙΝ
Πωπω. Ξέρεις πολλά πράγματα για τη ζούγκλα.
ΟΥΑΚΑΤΟΥΓΚΟΥ
Ζούγκλα σπίτι μου. Αγαπάω ζούγκλα.
ΖΑΝΙΝ
Και τι τρώτε στη ζούγκλα? Έχουμε πεθάνει στη πείνα.
ΟΥΑΚΑΤΟΥΓΚΟΥ
Ζούγκλα παντού φαγητό. Παντού. Να. (κόβει δύο καρπούς και τους δίνει στα παιδιά που τους τρώνε με βουλιμία.
ΖΑΝΙΝ
Και δε φοβάσαι τα άγρια ζώα? Η ζούγκλα λέει ο μπαμπάς είναι γεμάτη με θηρία.
ΟΥΑΚΑΤΟΥΓΚΟΥ
Ζώα άγρια, ναι. Κακά, όχι. Όμως ζούγκλα με τσιμέντο, άνθρωποι κακοί. Καλύτερα ζούγκλα εδώ με ζώα άγρια, παρά ζούγκλα τσιμέντο με άνθρωποι κακοί. Πολλοί κακοί, λίγοι καλοί. Μόνο παιδιά καλά. Όλα παιδιά. (στρέφεται στο κοινό και δείχνει ένα παιδί). Εσύα καλό παιδί? Ναι. (στρέφεται σε άνα άλλο παιδί) Εσύα καλό παιδί? (απευθύνεται σε άλλα παιδιά) Εσύα? Εσύα? Εσύα (γυρίζει στον Πάρη και τη Ζανίν) Είδατε, μόνο παιδιά όλα καλά.
Ο Ουακατούγκου στρέφεται στα δύο παιδιά.
ΟΥΑΚΑΤΟΥΓΚΟΥ
Αν είσαι καλός με τα ζώα της ζούγκλας, τότε σε αγαπάνε κι αυτά. Βέβαια είναι ζώα και κάθε ζώο έχει δικό του τρόπο συμπεριφέρεται.
ΖΑΝΙΝ
Φυσικά. Οι μαϊμούδες είναι συνεχώς πάνω στα δέντρα, ενώ οι ελέφαντες ποτέ. Έχεις δει ελέφαντα πάνω σε δέντρο εσύ?
ΟΥΑΚΑΤΟΥΓΚΟΥ (κοιτά τη Ζανίν ξαφνιασμένος)
Εεε, ναι. Μαϊμούδες άτακτες και ζαβολιάρες Ελέφαντες σοβαροί και συναισθηματικοί. Όμως δεν μπορείς παίξεις με ζώο όταν πεινάει, γιατί μπορεί σε δαγκώσει. Όταν όμως ζώα χορτασμένα κι εσύ πλησιάσεις σα φίλος – γιατί καταλαβαίνουν αν αγαπάς ή όχι – τότε μπορείς παίξεις μαζί τους. Πάλι όμως, όχι όλα ζώα. Τα περισσότερα. Γιατί μερικά ζώα τόσο άγρια, που δεν χαρίζουν κάστανα.
ΖΑΝΙΝ
Όπως τα λιοντάρια? Ξέρω πως είναι πολύ άγρια και έχουν κάτι δοντάρες και κάτι νυχάρες… που μπορούν με δύο κινήσεις να σε κάνουν κιμά.
ΟΥΑΚΑΤΟΥΓΚΟΥ
Όχι, όχι. Λιοντάρια όταν δεν πεινάνε δεν πειράζουν άνθρωπο. Ένας από καλύτερους φίλους μου είναι Μπιάνκο. Το λευκό λιοντάρι.
ΖΑΝΙΝ
Πωπω. Λιοντάρι? Και δε φοβάσαι?
ΟΥΑΚΑΤΟΥΓΚΟΥ
Μπααα… Τι φοβηθώ? Κάθε τόσο έρχεται και παίζουμε με ώρες.
ΠΑΡΙΣ
Παίζετε? Τι παίζετε?
ΟΥΑΚΑΤΟΥΓΚΟΥ
Κυνηγητό. Άλλοτε κυνηγάω εγώ κι άλλοτε κυνηγάει αυτός. Και κιλιόμαστε χορτάρι. Έχει μεγάλη πλάκα. Θυμώνει τον ακουμπάω στη μύτη και κάνει (μιμείται το λιοντάρι κουνόντας κυκλικά το κεφάλι και κάνοντας πως δαγκώνει) «αγκρρρ, αγκρρρ». Μετά ξαναπειράζω στη μύτη και ξανά «αγκρρρ, αγκρρρ». Μετά φεύγει για να μην πειράζω και τον κυνηγάω αλλά σταματάει να τον πιάσω. Και τότε χαϊδεύω πίσω από αυτί που του αρέσει και κάνει (γλυκαίνει τη φωνή του» «πουρ, πουρ, πουρ». Έχει μεγάλη πλάκα Μπιάνκο.